του Θεοδόση Αθανασά
μέλους της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑ.Ο.Σ.
Η πρόσφατη χρηματο-οικονομική κρίση αλλά και η αλλαγή ηγεσίας στον Λευκό Οίκο, έχουν προκαλέσει τρομερές αλλαγές στο αμερικανικό χρηματο-οικονομικό σύστημα.
Η αρχή έγινε με την κατάρρευση της Bear Stearns, η οποία εξαγοράστηκε τελικά από την JP Morgan (σε τιμές χαμηλότερες της αξίας της) λόγω των πιεστικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε και την άρνηση ΟΛΩΝ, συμπεριλαμβανομένης και της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (FED), να προχωρήσει σε βραχυχρόνιο δανεισμό της. Βέβαια η ίδια η FED διευκόλυνε όσον αφορά στην εξεύρεση της απαραίτητης ρευστότητας την JPM για να φέρει εις πέρας την εξαγορά της B.S. Ακολούθησαν, η πτώχευση του ιστορικού κολοσσού Lehman Brothers, η κατάρρευση του μεγαλύτερου πιστωτή ενυπόθηκων δανείων IndyMac Bank καθώς και η εθνικοποίηση των Fannie Mae και Freddie Mac σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Η εικόνα σχηματοποιήθηκε περισσότερο με την απορρόφηση της Merrill Lynch από την Bank of America και την συμμετοχή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε ποσοστό 80% στη μεγαλύτερη ασφαλιστική εταιρία στον κόσμο AIG.
Έπειτα από όλα αυτά, στις ΗΠΑ έχουν μείνει πλέον 3 κύριες επενδυτικές τράπεζες, η Goldman Sachs, η JP Morgan και η Morgan Stanley, και 3 κύριες εμπορικές τράπεζες, η Citibank, η Bank of America και η Wells Fargo, που αν και καλούνται να επιβιώσουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες (συνεχίζουν να απολαμβάνουν τη φροντίδα της Ουάσιγκτον) βρίσκονται στην ευχάριστη θέση να μοιραστούν αναλογικά πολύ μεγαλύτερη πίτα εσόδων και ρευστότητας.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η Goldman Sachs υπήρξε ο δεύτερος μεγαλύτερος υποστηρικτής της προεκλογικής εκστρατείας του Barack Obama και ότι πρώην στελέχη της έχουν λάβει υψηλές θέσεις στην αμερικανική κυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια, με αποκορύφωμα την εύνοια για τον διορισμό του Henry Paulson στη θέση του υπουργού Οικονομικών. Η περίφημη JP Morgan έχει επίσης διαχρονικό ρόλο της στα τεκταινόμενα των ΗΠΑ (εξ ου και ο όρος morganization). Στις αρχές του 18ου αιώνα, η οικογένεια Morgan στην ουσία θεμελίωσε την οικονομία της σύγχρονης Αμερικής με την αναδιοργάνωση (reorganization = morganization), ολόκληρων τομέων όπως οι συγκοινωνίες, οι χαλυβουργίες, οι τράπεζες κι η ενέργεια. Στην ουσία η Morgans εξαγοράζοντας τους μικρούς παίκτες (με θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους), δημιούργησαν μεγάλους ομίλους που έπαιξαν το ρόλο της ατμομηχανής της οικονομίας.
Πριν λίγους μήνες η FED προχώρησε σε test αντοχής (stress test) των 19 κορυφαίων τραπεζών των ΗΠΑ προκειμένου να αποδειχθεί πόσο καλά μπορούν (εάν μπορούν τελικά) να αντέξουν περαιτέρω ή νέα μελλοντική οικονομική επιδείνωση. Τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών και της Federal Reserve άρχισαν να διαφωνούν σχετικά με το εάν θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν ή όχι και η μυστικοπάθεια αυτή άρχισε να δημιουργεί προβληματισμούς στην διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Το εναλλακτικό blog όμως, Turner Radio Network υποστηρίζει πως έχει στην κατοχή του τα αποτελέσματα των stress test. Είναι πολύ άσχημα και τα περισσότερο σημαντικά σημεία αφορούν στα εξής:
Από τις 19 κορυφαίες αμερικανικές τράπεζες, οι 16 είναι ήδη τεχνικά χρεοκοπημένες. Επιπλέον, από τις 16 αυτές τράπεζες, ούτε μία δεν είναι σε θέση να αντέξει οποιαδήποτε διατάραξη στις ταμειακές ροές ή ενδεχόμενη περαιτέρω επιδείνωση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Εάν έστω και δύο από τις 16 αυτές τεχνικά χρεοκοπημένες τράπεζες καταρρεύσουν, τότε θα συμπαρασύρουν και ολόκληρο το σύστημα χρηματοδότησης της FDIC (Federal Deposit Insurance Corporation).
Παράλληλα, από τις 19 κορυφαίες τράπεζες της χώρας, οι 5 μεγαλύτερες αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα με την κεφαλαιοποίησή τους, που υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητά τους να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους.
5 μεγάλες αμερικανικές τράπεζες έχουν πιστωτική επέκταση συνδεδεμένη με το trading που διεξάγουν στα παράγωγα, που υπερβαίνει το κεφάλαιό τους. Ιδιαίτερα μάλιστα 4 τράπεζες, οι JP Morgan Chase, Goldman Sachs, HSBC, Bank of America και Citibank, έχουν αναλάβει υψηλά ρίσκα. Η συνολική πιστωτική έκθεση της Bank of America στα παράγωγα αντιστοιχεί στο 179% του συγκεκριμένου κεφαλαίου της, αυτή της Citibank διαμορφώνεται στο 278%, της JP Morgan Chase στο 382% και της HSBC America στο 550%. Ακόμη, χειρότερα, η Goldman Sachs ξεκίνησε να ανακοινώνει αποτελέσματα ως εμπορική τράπεζα, αποκαλύπτοντας μια ιδιαίτερα ανησυχητική πιστωτική έκθεση της τάξης του 1,056% ή περισσότερο από 10 φορές το κεφάλαιό της.
Επιπροσθέτως όχι μόνο προκύπτουν σοβαρά ερωτηματικά σχετικά με το εάν η JP Morgan Chase, η Goldman Sachs, η Citibank, η Wells Fargo, η Sun Trust Bank, ή η HSBC Bank USA μπορούν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους, αλλά υπάρχουν και περισσότερες από 1.800 τοπικές και μικρότερες τράπεζες που βρίσκονται στο χείλος της κατάρρευσης, παρά τα κυβερνητικά σχέδια διάσωσης. Η κρίση είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι είχε παρουσιάσει η κυβέρνηση. Η «προβληματική λίστα» των τραπεζών περιλαμβάνει 252 οργανισμούς με assets ύψους 159 δισ. δολαρίων. Περίπου 1.816 τράπεζες κινδυνεύουν με κατάρρευση, έχοντας συνολικά assets 4,67 τρις δολαρίων, έναντι των 1.568 οργανισμών με 2,32 τρις δολάρια ενεργητικού το προηγούμενο τρίμηνο.
Τα νούμερα αυτά είναι τεράστια. Για την σύγκριση και μόνο τα συνολικά assets των τεσσάρων μεγάλων Ελληνικών Τραπεζών (ΕΤΕ, Alpha Bank, Eurobank, Πειραιώς) μετά βίας προσεγγίζουν τα 400 δις δολλάρια. Μήπως η Τράπεζα της Ελλάδος πρέπει να ζητήσει απ’ όλες τις Ελληνικές Τράπεζες την έκθεσή τους στο Αμερικάνικο Χρηματοπιστωτικό σύστημα είτε άμεσα (ομόλογα, διατραπεζική αγορά, εγγυήσεις) είτε έμμεσα, μέσω παραγώγων;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου