ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΑΚΟΥΣΜΑΤΑ


Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές και η απεθνικοποίηση του κράτους




Πόσο ανεξάρτητες είναι οι «ανεξάρτητες αρχές»;

Ο Γεώργιος Καμίνης, Πρόεδρος του Συνηγόρου του Πολίτη, είναι ο εκπρόσωπος των διαφόρων υπερεθνικών οργανισμών στην χώρα μας.

Δούρειο Ίππο για την Ελλάδα στο θέμα της λαθρομετανάστευσης αποτελούν οι διάφορες «ανεξάρτητες αρχές».

Μια από τις εξαγγελίες του νέου πρωθυπουργού που έγινε και επικοινωνιακή πραγματικότητα, για να μη μας μείνει καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις του, ήταν και η έμφαση στις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές οι οποίες θα βοηθήσουν τον πολίτη απέναντι στις κακές πρακτικές και στην ασυδοσία του κράτους.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι κακό και τίποτα δεν ακούγεται άσχημο στα αυτιά του ταλαιπωρημένου και κακοδιοικούμενου Έλληνα που είναι αναγκασμένος να ζει παρέα με το γραικύλο κράτος του κομματικού κοτζαμπασισμού, το οποίο ο ίδιος έφτιαξε. Γιατί τότε η κριτική αφού η διαπίστωση του δυναστευτικού κράτους ταιριάζει με την θεραπεία της «ανεξαρτήτου διοικητικής αρχής», που απαλλαγμένη από τις παθογένειες θα διοικήσει με βάση την αξιοκρατία και τα διδάγματα της διοικητικής επιστήμης και της τεχνοκρατικής ουδετερότητας;

Η ιστορία

Για να απαντήσουμε θα πρέπει να κάνουμε εκτός των άλλων μια μικρή ιστορική αναδρομή στην γένεση των ανεξαρτήτων διοικητικών αρχών τόσο σε πανευρωπαϊκό, όσο και σε ελληνικό επίπεδο.

Οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές είναι γνήσια τέκνα της παγκοσμιοποιήσεως και της δημιουργίας ενιαίων οικονομικών χώρων πέρα και πάνω από εθνικά σύνορα. Η ανάγκη ομογενοποιημένης εφαρμογής του διεθνούς οικονομικού δικαίου χωρίς την ενοχλητική παρεμβολή των εθνικών συμφερόντων δημιούργησε αρχικά την ανάγκη υπερκρατικών ή μετα-εθνικών οργάνων που εφαρμόζουν υβρίδια αναγκαστικών κανόνων και συστάσεων - οι ξακουστές ρυθμίσεις - που έλκουν την καταγωγή τους από διεθνή κείμενα όπως οι ευρωπαϊκές συνθήκες ή οι κανόνες του ΠΟΕ (Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου). Ο οικονομικός φιλελευθερισμός έπρεπε όμως να ακολουθηθεί και από τον κοινωνικό φιλελευθερισμό γιατί αλλιώς το αντεθνικό οικοδόμημα θα έμενε μισό. Έτσι και με την συναίνεση των κρατών και των κρατούντων ελίτ τους και εν αγνοία των εθνών τους άρχισε και η απευθείας εφαρμογή διεθνών συνθηκών κοινωνικού περιεχομένου, όπως αυτές των περίφημων ανθρώπινων δικαιωμάτων η δικαιωμάτων του πολίτη που τόσο λατρεύει ο Yorgo.

Η φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη έπρεπε να συγχρονίσει τα εθνικά κράτη και τις υπερεθνικές οντότητες όπως η ΕΕ, μέχρι να μπορέσει να καταργήσει τα πρώτα ως άχρηστα, αναποτελεσματικά και οιονεί πολεμοκάπηλα, όπως απέδειξαν άλλωστε και δυο παγκόσμιοι πόλεμοι. Η αναγκαιότητα λοιπόν των «ανεξαρτήτων αρχών» έπρεπε να κατοχυρωθεί μέσω αξιών και πρακτικών που το έθνος-κράτος δεν μπορούσε να υπερασπίσει αφού λόγω της φύσης του αναγκαστικά θα έβαζε το εθνικό συμφέρον πάνω από το συμφέρον της παγκοσμιοποιήσεως και έτσι θα υπήρχαν προβλήματα στις υπερεθνικές οντότητες και στα υπερεθνικά συμφέροντά τους.

Η ανεξαρτησία

Πώς όμως θα έπρεπε να λειτουργήσει το μόρφωμα αυτό σε ένα κράτος δικαίου κατοχυρωμένο από εθνικά συντάγματα; Η μαγική λέξη είναι η «ανεξάρτητη» και θα δούμε τι σημαίνει αυτό για την ελληνική εκδοχή των διοικητικών αυτών αρχών.

Η ανεξαρτησία λοιπόν εδράζεται πρώτα στον τρόπο κατοχύρωσης της θεσμικής της ανεξαρτησίας και δεύτερο και - το σημαντικότερο - στο ότι διαθέτει το προνόμιο της αντικειμενικότητας, της τεχνοκρατικής υπεροχής, της διαφάνειας για να ρυθμίσει θέματα που η κεντρική εθνική διοίκηση δεν μπορεί γιατί είναι προκατειλημμένη και δεσμευμένη από το εθνικό συμφέρον που πρέπει να υπηρετεί με βάση τους κανόνες της απευθείας εντολής από τον λαό! Ναι λοιπόν, η δημοκρατία και δη η εθνική είναι προβληματική και γι’ αυτό πρέπει ο ανεξάρτητος «γιατρός» να την θεραπεύσει. Πού πονάει η εθνική δημοκρατία; Μήπως πονάει στο εθνικό οικονομικό συμφέρον; Μήπως πονάει στην κοινωνική συνοχή με βάση τα ατομικά δικαιώματα; Ως γνωστόν τα δικαιώματα και η ελευθερία του ατόμου κατοχυρώνονται από τον νόμο και δεν είναι απεριόριστα. Ο καλός φιλελεύθερος γιατρός θα σου δώσει το γιατρικό της «προστασίας της ελευθερίας και της ισότητας» που δεν μπορεί να σου δώσει το εθνικό κράτος και έτσι όλοι θα είναι ευχαριστημένοι.

Ο χώρος της οικονομίας που πρώτος άνοιξε τον χορό της υπερεθνικής δράσης, αφού έτσι επέβαλαν οι νικητές του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ήδη από το 1946, έχει την μαγική λέξη του ανταγωνισμού - φάρμακο γερό στην σωστή δόση, αλλά καταστροφικό στην κατάχρηση - πέρα και χωρίς τα σύνορα. Ο κοινωνικός ακτιβισμός της δεκαετίας του ‘60 μας έφερε επιπροσθέτως και τα «πολιτικώς ορθά» ανθρώπινα δικαιώματα με την ανεξάντλητη γκάμα τους και την καθολική προστασία τους - θεραπεία προληπτική για τους λαούς που ηλιθιωδώς λόγω απαιδευσίας για αιώνες διατηρούσαν κοινωνικές συνθήκες αλληλεγγύης βασισμένα στις δικές τους πολιτιστικές και εθιμικές αξίες.

Έχοντας εντοπίσει τα προβλήματα πρέπει να δούμε και πώς θα επιβάλλουμε κατά τρόπο αποτελεσματικό την λύση, αφού διαφορετικά θα έρθει η καταστροφή, ήτοι η επιστροφή στις εθνικές διακρίσεις και στον εθνικό προστατευτισμό. Η ιεραποστολική και μεσσιανική φύση των ιεροφαντών των ανεξαρτήτων αρχών είναι, σύμφωνα με τους προπαγανδιστές τους, αυταπόδεικτη και καλείται τεχνοκρατική αυθεντία - παλιότερα το έλεγαν ελέω Θεού μοναρχία, αλλά αυτοί ήταν καθυστερημένοι και δεν είχαν τον τεχνολογικό πολιτισμό που έχουμε εμείς σήμερα που δικαιολογεί την ουδέτερη τεχνοκρατική τελειότητα που φέρνει αποτελέσματα. Αν ακούσει και παρακολουθήσει κανείς τον τρόπο αναφοράς σε αυτές από όλους τους κήρυκες της νέας τάξης, ήτοι ΜΜΕ, εξωνημένους πανεπιστημιακούς, ποικίλους διαμορφωτές γνώμης όπως οι «επιστημονικοί δημοσκόποι» κ.ο.κ., θα διαπιστώσει την ανυπαρξία κριτικής επί της φύσης και της ουσίας των θεσμών σε σχέση με την δημοκρατία και τον περιορισμό της κριτικής σε περιπτωσιολογικό επίπεδο.

Τι σημαίνει η ανεξαρτησία μιας αρχής σε ένα διοικητικό σύστημα αφού οι αρχές αυτές έχουν συσταθεί βάσει νόμων (σύνταγμα η κατ’ εξουσιοδότηση) και άρα υπακούουν θεωρητικά στα εθνικά συμφέροντα που αυτά κατοχυρώνουν; Αν είσαι ανεξάρτητος υπακούς στην διάκριση των εξουσιών ή κάνεις ό,τι θες, αφού είσαι πέρα και μακριά από την υπόλοιπη διοίκηση και την οργάνωσή της; Αν είσαι ανεξάρτητος, ποιος σε ελέγχει και ποιος μπορεί να σου επιβάλει κυρώσεις; Αν είσαι ανεξάρτητος, ποιά είναι η σχέση σου με την εκλεγμένη εξουσία; Αν εσύ διαχειρίζεσαι την προστασία των δικαιωμάτων του πολίτη και η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση κάνει το ίδιο, ποιά η σχέση σας και ποιος νομιμοποιείται πιο πολύ από τον άλλο αν συγκρουσθούν τα συμφέροντα;

Στην Ελλάδα

Η συζήτηση αυτή θα τοποθετηθεί τώρα στο επίπεδο της ελληνικής δημοκρατίας και του τρόπου λειτουργίας της ήδη από τις αρχές του ‘90. Μια ομάδα νομικών και οικονομολόγων που προέρχονταν από την σοσιαλιστική παράταξη της εποχής εκείνης και οι οποίοι έφεραν τον συλλογικό τίτλο «εκσυγχρονιστές» προσπάθησαν να αναμορφώσουν την δημόσια διοίκηση.

Τι ήθελαν να διορθώσουν; Την κρίση αντιπροσώπευσης των κομμάτων, την κομματοκρατία, την κρίση αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας της πολιτικής τάξεως, ενώ κυρίως επιθυμούσαν την απομάκρυνση της δημοσίας διοικήσεως από την κομματική πατρωνία. Η μέθοδος συνίστατο στην αφαίρεση πολιτικής ύλης από τα κόμματα και το πέρασμα ευαίσθητων τομέων της δημοσίας δράσεως σε «ουδετέρους» θεσμούς μέσα στο κοινοβουλευτικό σύστημα, έτσι ώστε οι ανεξάρτητες αρχές να γίνουν το αντίπαλο δέος της πολιτικής τάξεως, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κομματική διαφθορά που παρακωλύει τον εκσυγχρονισμό της δημοσίας διοικήσεως. Αυτά τα στεγανά διαφάνειας και αποτελεσματικότητος θα διασφάλιζαν τα δικαιώματα των πολιτών και θα συνδιαλέγονταν με νέους εταίρους, οικονομικούς και κοινωνικούς, κτυπώντας τον γραφειοκρατικό αυταρχισμό της κεντρικής διοικήσεως. Για όλα αυτά θα υπήρχαν και συνταγματικές εγγυήσεις, ώστε η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία να μην παρεμβαίνουν στο έργο τους.

Τι πέτυχαν;

Η έλλειψη παιδείας σχετικά με την άσκηση δημοσίας πολιτικής και η ξαφνική λαγνεία μίας απολύτου εξουσίας οδήγησαν σε βαριές καταχρήσεις της διακριτικής ευχέρειας, την οποία διαθέτουν άφθονη οι περίφημες αυτές αρχές. Στην Ελλάδα η εξουσία είναι φετίχ που ασκείται συνήθως με όρους αυταρχισμού («ξέρεις ποιός είμαι εγώ ρε;») και οι αρχές αυτές δεν έμειναν έξω από την νοοτροπία αυτή. Μια ματιά στην νομολογία, αλλά και στην σύγκρουση με τις δικαστικές αρχές φανερώνει την προσπάθεια αποδόμησης όχι μόνο του κομματικού κράτους, αλλά και αυτού του ίδιου του κράτους δικαίου όπως έχει καταγραφεί μέσα από κώδικες, όπως ο Αστικός ή ο Ποινικός κώδικας. Νέες ερμηνείες κανόνων συμβίωσης και συναλλαγής, οιονεί νομικές, με βάση τα συμφέροντα ειδικών ομάδων πιέσεως - μπορεί να τις πει κανείς και μειονότητες δικαιωμάτων - και άμεση εφαρμογή τους με τρομερές συνέπειες στην ασφάλεια δικαίου, αλλά και στα θέσφατα της κοινωνικής ζωής, όπως τουλάχιστον τα ασπάζεται η εθνική πλειοψηφία που κατοικεί στις τοπικές γεωγραφικές συντεταγμένες.

Η κοινωνία των πολιτών, συνήθως οργανωμένη σε ΜΚΟ ή σε επιδέξιους λομπίστες, είναι εδώ και επειδή είναι ακτιβιστική και καλά δικτυωμένη με το διαπλεκόμενο κουβάρι των ΜΜΕ και της διαφημίσεως κάνει ότι θέλει και δημιουργεί το νέο δημόσιο συμφέρον. Αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά τον τρόπο διατύπωσης και την εννοιολογική επεξεργασία που υφίστανται οι αποφάσεις τους θα διαπιστώσει πλέον τις εξής αναφορές. Οι διοικούμενοι είναι είτε πολίτες, είτε καταναλωτές, όροι που συναντώνται σε όλες τις έννομες τάξεις και οι οποίοι συμβολίζουν την ομοιόμορφη εφαρμογή της ρύθμισης πέραν των εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Κανείς δεν ρώτησε πόσοι και ποιοί είναι αυτοί οι διαχειριστές συμφερόντων και τι νομιμοποίηση έχουν με βάση το Σύνταγμα το οποίο αναφέρεται σε πλειοψηφική βούληση του Ελληνικού Έθνους.

Οι ρυθμιστικές αρχές τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις αγγλοσαξονικές χώρες δεν καθορίζουν το δημόσιο συμφέρον, αλλά το συγκεκριμενοποιούν με βάση είτε κείμενα αναφοράς δημοσίου οικονομικού δικαίου (αν πρόκειται για οικονομικό ρυθμιστή), είτε με βάση ένα σύστημα θεσμικών ισορροπιών όπου οι πολιτικές διαχειρίσεως των δικαιωμάτων έχουν ήδη τύχει ευρύτατης επεξεργασίας στα πλαίσια του κοινωνικού σχεδιασμού.

Η αποτυχία

Η διαφθορά που οι αρχές αυτές, με την απλή ύπαρξή τους, θα καταπολεμούσαν εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα και μέσα στις ίδιες – βλ. κουμπάρους και Επιτροπή Ανταγωνισμού - αφού θα ήταν μάλλον ουτοπικό να υποστηρίξει κανείς ότι ξαφνικά δημιουργήθηκε ένα ηθικό στεγανό στην ελληνική κοινωνία που κατέχει ρεκόρ διαφθοράς σε οτιδήποτε έχει σχέση με άσκηση δημοσίας πολιτικής. Η διαφθορά εδώ δεν είναι ακόμα τόσο εμφανής γιατί δεν γνωρίζουμε πόσο καλά έχουν λειτουργήσει οι ασφαλιστικές δικλείδες για την απασχόληση των μελών τους μετά το πέρας της θητείας τους. Εκείνο όμως που γνωρίζουμε είναι η λυσσαλέα προσπάθειά τους να κατοχυρωθεί η απαλλαγή των μελών τους από αστική και ποινική ευθύνη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, προσπάθεια που έπεσε στο κενό από την προηγούμενη κυβέρνηση.

Η διαφάνεια στην λήψη αποφάσεων είναι αντικείμενο κριτικής από τον νομικό κόσμο αφού συχνά οι αποφάσεις είναι αντιφατικές, αλληλοσυγκρουόμενες και χωρίς ειρμό δημοσίου συμφέροντος, αλλά μόνο αποσπασματικής αντιμετωπίσεως περιστατικών. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Τα εχέγγυα λήψεως αποφάσεων της υπολοίπου διοικήσεως (ιεραρχίες, αξιολογήσεις, μονιμότητες) έχουν αντικατασταθεί από την προσωπική ανέλεγκτη κρίση μερικών ανθρώπων, αφού η δικαιοσύνη δεν μπορεί να ελέγξει την ευρύτατη διακριτική τους ευχέρεια. Η έντονη αμφισβήτηση της νομιμοποιήσεως των αποφάσεων ως αντικείμενης κανόνες και νομολογία των εθνικών δικαστηρίων επιφέρει άμεση επέμβαση του υπερεθνικού οργάνου που προΐσταται των τοπικών παραρτημάτων.

Οι δηλώσεις Επιτρόπων της ΕΕ για το ρόλο και την ανεξαρτησία των αρχών αυτών φτάνουν μέχρι την αμφισβήτηση της λειτουργίας των εθνικών δικαστηρίων, που δήθεν προκαλούν προσκόμματα στην λειτουργία τους. Πώς να μην γίνει αυτό άλλωστε, όταν οι ίδιοι βλέπουν τον ρόλο τους σαν τοπικό παράρτημα των υπερεθνικών γραφειοκρατιών; Έτσι σε προσφυγές ενώπιον δικαστηρίων που έχουν γίνει για εφαρμογή οδηγιών υπάρχουν κατατεθειμένες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η συνταγματική τάξη υποχωρεί μπροστά στην εφαρμογή των οδηγιών και στην αυθεντική ερμηνεία τους που δίδεται από τις ρυθμιστικές αρχές, που δεν δεσμεύονται από κανένα εθνικό θεσμό στην άσκηση των καθηκόντων τους - η περίφημη ανεξαρτησία στην πράξη.

Επιπλέον, η συχνή αναφορά σε διεθνή κείμενα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ποικιλώνυμες πρακτικές δημιουργεί ένα καταναγκαστικό ηθικό σκηνικό εισαγομένου ανθρωπισμού και διαρκούς ενοχής από τους επαγγελματίες ρυθμιστές, οι οποίοι για να συνεχίσουν να υπάρχουν πρέπει να ρυθμίζουν καταστάσεις προβληματικές, υπαρκτές ή μη, αφού ως καλοί γραφειοκράτες πρέπει να μεριμνούν για την αναπαραγωγή του έργου τους. Κανένας δεν ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, οι υπερβολές όμως από πλευράς αυτών των οργάνων της άκρατης φιλελευθεροποίησης των πάντων γίνονται εμφανείς πλέον και στους πιο ανίδεους.

Το παράδειγμα της λαθρομεταναστεύσεως

Ένα καλό παράδειγμα είναι αυτό των δικαιωμάτων των λαθρομεταναστών που βρίσκονται παράνομα στην χώρα και εκτελούν παράνομες πράξεις με καταιγιστικό ρυθμό. Η μορφή της παρακλητικής και ισοπεδωτικής εξισώσεως των δικαιωμάτων τους από τον συνήγορο του Πολίτη με αυτά των γηγενών πολιτών της χώρας, που έχουν θεμελιωθεί με αίμα ανθρώπων που πάλεψαν με βάση το ομόδοξο και το όμαιμο και όχι με βάση αγγλοσαξονικά αυτοκρατορικά πολυπολιτισμικά ιδεώδη, μας δίνει το μέτρο της ουδετεροποίησης των πεδίων κρατικής δράσεως και της κοινωνικής αναλγησίας ενός κοσμοπολίτικου ελιτισμού με υψηλή ηθική καθαρότητα και «απολιτική» προσέγγιση της καθημερινής ζωής του έθνους.

Το υπ’ αριθμό 2915 από 22/11/2007 έγγραφο του συνηγόρου του πολίτη προς τους υπουργούς Ναυτιλίας - Αιγαίου & Νησιωτικής Πολιτικής, αλλά και υπουργού Εσωτερικών είναι μνημείο θεωρητικολογούσας προσεγγίσεως της λαθρομεταναστεύσεως, αλλά και άκρως επικινδύνου και οφθαλμοφανούς στρεβλώσεως της πραγματικότητας, σε σημείο που πλησιάζει την παράβαση καθήκοντος. Μόνον ως τέτοια μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς την «αντικειμενικότητά» του. Στο ενδιαφέρον αυτό έγγραφο, που μπορεί ο καθένας να βρει στην ιστοσελίδα του Συνηγόρου, κυκλοφορούν έννοιες όπως «γενική αρμοδιότητα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων», «κοινωνικός έλεγχος της δράσης των αρχών», αλλά και ο απαξιωτικός χαρακτηρισμός προς τους φύλακες των εθνικών συνόρων ότι κάνουν την δουλειά τους (!!!) αφού αντιμετωπίζουν τους παράνομα εισερχόμενους ως «εθνικούς εχθρούς».

Ο ευαίσθητος κάτοχος της θέσεως του Συνηγόρου δεν φαίνεται βέβαια να ενδιαφέρεται από την πλήρη απαξίωσή του από την πρόσφατη δήλωση του Επιτρόπου Ζακ Μπαρό, μετά από την επίσκεψή του στην χώρα μας, ότι η λαθρομετανάστευση απειλεί την κοινωνική συνοχή των χωρών της ΕΕ. Ο οποιοσδήποτε αξιοπρεπής δημόσιος λειτουργός μετά από αυτή την δήλωση, που σαρώνει αυτομάτως τα φληναφήματα και τις επικίνδυνες προσεγγίσεις του «φιλελεύθερου» συνηγόρου, θα παραιτείτο ως τουλάχιστον τεχνοκρατικά ανεπαρκής, αφού δεν κατάλαβε τι γινόταν γύρω του και δεν στάθμισε σωστά τα συμφέροντα των πολιτών που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Θα έπρεπε να παραιτηθεί και πολιτικά έκθετος, καθώς δεν τήρησε κανένα πρόσχημα αντικειμενικότητας σε βάρος των εθνικών φυλάκων που ειρωνεύτηκε με τον εθνομηδενιστικό τρόπο του, επειδή μάλλον βλέπουν φαντάσματα κάθε ημέρα μπροστά τους και όχι εθνικά προβλήματα.

Γιατί όμως να παραιτηθεί, αφού ο Yorgo τον καλεί στην πρώτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου για να τον ακούσει; Αυτός είναι ο αντιπρόσωπος της «κοινωνίας των πολιτών», εφόσον ο πρωθυπουργός εκλέχθηκε με εθνικούς ψήφους μεν, αλλά θέλει να κυβερνήσει με την ιδεοληψία των ομάδων πιέσεως «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», χωρίς να δίνει σημασία στην απουσία νομιμοποιήσεώς του σε αυτά που πρεσβεύει, τόσο από την πλειοψηφία των Ελλήνων, αλλά και την ΕΕ.

Θα τον ελέγξει κανείς για αυτά που λέει και κάνει; Τα δικαστήρια είπατε; Σιγά, η πατρίδα κοιμάται, αφού τα μικρότερα δικαστήρια θέλουν, αλλά το ΣτΕ, που έχει το κύρος να ελέγξει σε αίτηση ακυρώσεως τα άκρα όρια της διακριτικής ευχέρειας αυτών των αρχών διστάζει για να μην συγκρουσθεί μετωπικά με την κυριαρχούσα στις ελίτ, ιδεοληπτική παράκρουση της «ανεξαρτησίας» ή της ασυναρτησίας. Το εθνικό κοινοβούλιο είπατε; Εδώ οι τίτλοι τέλους έχουν πέσει εδώ και πολύ καιρό σε αυτό που λέγεται έλεγχος επιτροπών, αφού η εκπροσώπηση του ελληνικού λαού ανατίθεται όλο και περισσότερο σε πρόσωπα που έχουν επικοινωνιακό προφίλ, τηλεοπτική αναγνωρισιμότητα και ... ανύπαρκτες γνώσεις.

Τι μένει λοιπόν; Μένει μια σιωπηλή πλειοψηφία - όσο υπάρχει και αυτή - Ελλήνων που προχωρά στον δρόμο της απώλειας μέσα σε αφόρητο μικροαστισμό, πλήρη υποταγή και τρελή χαρά για το τόσο μικρούλι και γλυκούλι καβούκι που έχει κλειστεί. Η ταινία Matrix, περιγράφει την κατάσταση της εικονικής πραγματικότητας που ζούμε σήμερα κατά τρόπο ουσιαστικό.

Αντί επιλόγου, καληνύχτα και καλή τύχη, γιατί αν κουνηθεί και κανένας οι μηδενιστές κουμπουροφόροι «τρομοκράτες» θα του θυμίσουν τον τρόμο που πρέπει να τον κυριαρχεί.


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 20 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2009) του διμηνιαίου περιοδικού Patria.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου