ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΑΚΟΥΣΜΑΤΑ


Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009

Η παγκόσμια οικονομική κρίση και η Ελλάδα

του Ηλία Πολατίδη
υποψήφιου βουλευτή Σερρών του ΛΑ.Ο.Σ.



Η παγκόσμια οικονομική κρίση ανέδειξε την σημασία μίας ολοκληρωμένης εθνικής οικονομικής πολιτικής.

Συνδέσεις

Μόνιμο θέμα των οικονομικών και μη στηλών τον τελευταίο χρόνο έχει γίνει το θέμα της οικονομικής κρίσεως που μαστίζει την παγκόσμια οικονομία. Οι αναλύσεις για τα αίτια, τις επιπτώσεις, αλλά και οι προβλέψεις για το μέλλον ποικίλουν με κύριες μεταβλητές τις πολιτικές, οικονομικές και φιλοσοφικές θεωρήσεις των αναλυτών. Βασικό ερώτημα είναι πότε θα λήξει αυτή η κρίση και ακόμη αν αυτή είναι αποτέλεσμα κακών χειρισμών ή δυσμενών συμπτώσεων ή είναι συστημική.

Οι βασικές θεωρήσεις με τις οποίες γίνεται προσπάθεια να εξηγηθεί η κρίση μπορούν να σχηματοποιηθούν ως εξής.

* Θεωρητική Νεοφιλελεύθερη: Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει καμία σχέση με την κρίση και θα συνεχίσει απτόητη την πορεία της. Η κρίση οφείλεται στο ότι τα κράτη εξακολουθούν να παρεμβαίνουν στην οικονομία και η λύση είναι να αφήσουμε την αγορά να δουλέψει και έτσι θα αντιμετωπισθούν τα προβλήματα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο οικονομικός προστατευτισμός ή ακόμη χειρότερα ο οικονομικός εθνικισμός και πρέπει πάση θυσία να αποκρουσθεί.

* Πραγματιστική Νεοφιλελεύθερη: Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με την παγκοσμιοποίηση, το ελεύθερο εμπόριο και τις οικονομικές επιλογές των ΗΠΑ και της Ε.Ε., αλλά πρέπει να παρέμβουν τα κράτη για την στήριξη κυρίως του χρηματοπιστωτικού τομέα. Πρέπει δε το κράτος να παρέμβει υπέρ των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών εταιρειών διότι το πολιτικό κόστος από την κατάρρευση του συστήματος είναι δυσβάστακτο. Οι εταιρείες παραγωγής δεν αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο με τις τράπεζες διότι θεωρείται ότι καπιταλισμός χωρίς παραγωγή μπορεί να υπάρξει ενώ χωρίς τράπεζες όχι.

* «Προοδευτική»-Σοσιαλιστική: Η κρίση είναι ή αντιμετωπίζεται σαν μια φυσική καταστροφή αποτελεί όμως την χρυσή ευκαιρία για προώθηση της ατζέντας της παγκόσμιας διακυβερνήσεως, της εφαρμογής κοινών παγκοσμίων κανόνων, ιδιαιτέρως στα θέματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του περιβάλλοντος. Είναι ευκαιρία να τελειώνουμε με το εθνικό κράτος το οποίο αποτελεί αναχρονισμό, εμποδίζει την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων και εργατών και τελικά ακυρώνει τις δράσεις εκείνες οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν λύσεις στα περιστασιακά ή συστημικά προβλήματα.

* Μαρξιστική: Η κρίση αποτελεί δικαίωση της μαρξιστικής θεωρίας που προβλέπει τις κυκλικές κρίσεις του καπιταλισμού.

* Συνωμοσιολογική: Η κρίση δεν έχει πραγματικά αίτια, αλλά είναι μία τεχνητή κατασκευή για να εξυπηρετηθούν άλλοι σκοποί.

Είναι προφανές ότι η κυρίαρχη ιδεολογία εν πολλοίς καθορίζει το ποιά από την κάθε θεώρηση ή συνδυασμό τους θα υιοθετήσει κάθε χώρα και τα μέτρα τα οποία θα λάβει. Οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και οι G20 υιοθετούν βασικά την πραγματιστική νεοφιλελεύθερη άποψη, αλλά κάθε χώρα έχει τις διαφοροποιήσεις της υιοθετώντας και ιδέες από τις υπόλοιπες θέσεις.

Προκειμένου να καταλήξουμε σε μία άποψη για το ποια από τις προηγούμενες θεωρήσεις είναι η ορθότερη πρέπει να εξετάσουμε ορισμένα ιστορικά στοιχεία.

Ιστορικό

Η κρίση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ όπως και η παγκοσμιοποίηση. Η κατάργηση των οικονομικών συνόρων και η αλληλεξάρτηση των οικονομιών οδήγησε στην παγκοσμιοποίηση μιας περιορισμένης κρίσεως.

Μέχρι το 1913 στις ΗΠΑ δεν υπήρχε κεντρική τράπεζα και το χρήμα ήταν συνδεδεμένο με τα πολύτιμα μέταλλα. Την χρονιά αυτή ιδρύθηκε η FED (Federal Reserve Bank) η οποία είναι μια ιδιωτική τράπεζα με μετόχους άλλες τράπεζες εντός και εκτός των ΗΠΑ. Η FED ανέλαβε την κυκλοφορία του δολλαρίου, τον έλεγχο της κυκλοφορία του χρήματος και την ρευστότητα των ιδιωτικών αμερικανικών τραπεζών μέσω του Fractional Reserve System. Η κρίση του 1929, το λεγόμενο κράχ, οδήγησε στην λήψη κάποιων μέτρων για τον μεγαλύτερο έλεγχο της συμπεριφοράς των τραπεζών. Την δεκαετία του '80 (με τα περιβόητα Reaganomics, Reagan Economics εν πολλοίς εμπνευσμένα από τον νεοφιλελεύθερο Thomas Friedman) θεωρήθηκε ότι τα μέτρα αυτά ήσαν υπερβολικά και άρχισαν σταδιακώς να περιορίζονται. Θεωρήθηκε ότι οι περιττοί έλεγχοι στην οικονομική πρακτική στερούσαν από τις δυνάμεις της αγοράς τον απαραίτητο δυναμισμό και έτσι το οικονομικό αποτέλεσμα δεν ήταν το μέγιστο δυνατόν. Οι περισσότερες και σημαντικότερες καταργήσεις κανονισμών (deregulation) έγιναν επί προεδρίας Κλίντον ο οποίος επίσης προώθησε όσο κανείς άλλος την παγκοσμιοποίηση.

Εκτός όμως από τις αλλαγές στον χρηματοπιστωτικό τομέα ραγδαίες ήταν και οι ανακατατάξεις στο παγκόσμιο εμπόριο και την παραγωγή. Οι δυνάμεις της Νέας Τάξης Πραγμάτων προώθησαν την παγκοσμιοποίηση του Εμπορίου και την κατάργηση των προστατευτικών δασμών. Η φυγή των παραγωγικών επιχειρήσεων σε χώρες χαμηλού κόστους είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της μεσαίας εισοδηματικής τάξεως. Ως από μηχανής θεός εμφανίστηκε τότε ο κατασκευαστικός τομέας που εκ της φύσεως του είναι αδύνατον να φύγει σε χώρες χαμηλού κόστους. Προωθήθηκε όμως ταυτοχρόνως η λαθρομετανάστευση έτσι ώστε να μειωθεί το εργατικό κόστος και σε αυτόν τον τομέα. Δημιουργήθηκε έτσι ένας δυναμικός τομέας της νέας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας ο οποίος όμως χρειαζόταν χρηματοδότηση. Η λύση βρέθηκε με την τεράστια πιστωτική επέκταση και τον δανεισμό για την αγορά νέας κατοικίας. Επίσης ενθαρρύνθηκαν οι ιδιοκτήτες αποπληρωμένων κατοικιών να δανεισθούν με εγγύηση το ακίνητό τους έτσι ώστε να μπορέσουν να καταναλώσουν και αυτοί τα εισαγόμενα προϊόντα από τις χώρες χαμηλού εργατικού κόστους. Η ευφορία η οποία δημιουργήθηκε έκανε και ομάδες όπως η ACORN (Association of Community Organizations for Reform Now), της οποίας δικηγόρος ήταν ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα, να απαιτήσει να δίδονται δάνεια σε Αφροαμερικανούς (ή άλλους ανήκοντες σε μειονότητες των ΗΠΑ) ακόμα και αν δεν πληρούσαν τα τραπεζικά κριτήρια. Ο πρόεδρος Bush, στο ίδιο κλίμα, προέτρεπε τις τράπεζες να δανείζουν αφειδώς και πέρασε νομοθεσία που προέβλεπε ότι στην περίπτωση που τα ποσοστά των δανείων μιας τράπεζας σε συγκεκριμένη φυλετική ομάδα δεν ήταν ανάλογα του ποσοστού της στον συνολικό πληθυσμό των ΗΠΑ αυτό ήταν απόδειξη ρατσισμού και η «παρανομούσα» Τράπεζα θα αντιμετώπιζε τις επιπτώσεις. Πρωτοστάτησαν δε σε αυτού του είδους τα δάνεια οι υπό κρατικό έλεγχο στεγαστικές τράπεζες Fredie Mac και Fannie Mae. Επίσης το 1999 επετράπη και στις τράπεζες να πωλούν επενδυτικά προϊόντα.

Οι τράπεζες βλέποντας την ευκαιρία άρχισαν να δίνουν δάνεια ακόμη και σε αστέγους με μηδενικό εισόδημα προκειμένου τα Golden Boys να πιάσουν τους στόχους τους. Τα προβληματικά αυτά δάνεια ενσωματώθηκαν σε επενδυτικά προϊόντα τα οποία πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο (της Ελλάδος μη εξαιρουμένης) και δημιουργήθηκε επιπλέον μια δευτερογενής αγορά αυτών των προϊόντων. Κάποιοι άρχισαν να κάνουν παράγωγα με αυτά τα προϊόντα ένα δηλαδή εξαρχής προβληματικό δάνειο πουλιόταν ξανά και ξανά από χέρι σε χέρι χωρίς αυτοί που το αγόραζαν να φαντάζονται ότι κάνουν μια ριψοκίνδυνη κίνηση, αλλά θεωρώντας ότι επενδύουν στην πλέον αξιόπιστη αγορά κατοικιών, αυτή των ΗΠΑ. Άλλωστε τα επενδυτικά αυτά προϊόντα αξιολογούντο με την υψηλότερη βαθμολογία από τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οίκους.

Η αξία όλων των παραγώγων τα οποία δημιουργήθηκαν είναι μεταξύ των 600 τρισεκατομμυρίων και 1,1 τετράκις εκατομμυρίων δολαρίων κατ' εκτίμηση. Μιλάμε για 12 έως 22 φορές το ΑΕΠ όλων των χωρών της Γης. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η συντριπτική πλειοψηφία των παικτών των παραγώγων θα χάσει χρήματα. Οι τράπεζες που κατείχαν στο χαρτοφυλάκιο τους αυτά τα παράγωγα τα εμφάνιζαν ως αξίες. Υποχρεωμένες από το νόμο να δημοσιεύουν τα περιουσιακά τους στοιχεία για ενημέρωση των μετόχων τους, δημιουργούσαν προσδοκίες που οδηγούσαν σε αύξηση των τιμών των μετοχών οι οποίες με την σειρά τους εθεωρούντο περιουσιακά στοιχεία και ούτω καθ’ εξής.

Είχαμε λοιπόν ένα κλασσικό σχήμα πυραμίδας (Ponzi Scheme). Το πρόβλημα με τις πυραμίδες βέβαια είναι ότι ενώ δημιουργούν στην αρχή ευφορία, όταν όλοι κερδίζουν, δημιουργούν απόγνωση όταν, όπως είναι αναπόφευκτο, καταρρεύσουν.

Η συνειδητοποίηση από όλους ότι η βάση σε όλη αυτήν την καταναλωτική οικονομία ήταν τα προβληματικά δάνεια οδήγησε στην κατάρρευση πολλές τράπεζες των οποίων η αξία μηδενίστηκε όταν φάνηκε ότι στηριζόταν σε αυτά τα προβληματικά ομόλογα. Μάλιστα επινοήθηκε και ο όρος τοξικά ομόλογα. Η εμπιστοσύνη μεταξύ των τραπεζών κατέρρευσε και μηδενίστηκαν οι συναλλαγές καθώς κανείς δεν ήξερε πόσα τοξικά ομόλογα συμπεριελαβάνοντο στο ενεργητικό κάθε τράπεζας.

Τότε ξαφνικά οι διαπρύσιοι κήρυκες του φιλελευθερισμού και των αγορών άρχισαν να καλούν το κράτος να παρέμβει και να κάνει «κάτι». Και αυτό το κάτι ευστόχως ονομάστηκε «ιδιωτικοποίηση των κερδών και κοινωνικοποίηση των ζημιών». Διετέθησαν κατ' αρχήν 800 δισ. δολλάρια για την εξαγορά των τοξικών ομολόγων ενώ τεράστιες ζημιές εμφανίστηκαν σε ευρωπαϊκές τράπεζες. Μια ολόκληρη χώρα όπως η Ισλανδία, μέχρι τότε υπόδειγμα επιτυχίας του φιλελευθερισμού, κατέρρευσε οικονομικώς.

Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα

Ενώ αυτά συνέβαιναν στην Αμερική, στην Ελλάδα όλη την δεκαετία του '90 και του 2000 αυτό που συνέβαινε ήταν αντιστοίχως η συστηματική διάλυση και καταστροφή της παραγωγικής υποδομής και η υποκατάσταση των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων με εισαγόμενα. Ο παραδοσιακός κατασκευαστικός τομέας στην Ελλάδα γνώρισε μια άνευ προηγουμένου μακρά σε χρονική διάρκεια άνθιση λόγω της πολύ μεγάλης πιστωτικής επεκτάσεως. Σε σύντομο χρονικό διάστημα η τυπική ελληνική οικογένεια μετετράπη από καταθέτης σε δανειζόμενο από τις τράπεζες. Και το τραγικό είναι ότι πολλές φορές τα δάνεια σπαταλήθηκαν για καταναλωτικές δαπάνες ή για την διατήρηση ενός βιοτικού επιπέδου που στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία δεν ήταν εφικτό.

Στην Βόρειο Ελλάδα ενθαρρύνθηκε και επιδοτήθηκε η μεταφορά των εργοστασίων στις βαλκανικές χώρες για την «ανασυγκρότησή» τους. Την ίδια χρονική περίοδο με την ανοχή και παρότρυνση των κυβερνήσεων Σημίτη-Καραμανλή είχαμε και την επέλαση των λαθρομεταναστών, γεγονός που είχε άμεση επίπτωση στο εισόδημα των εργαζομένων. Οι πολιτικές που ακολουθούσαν την ίδια περίοδο οι ΗΠΑ θεωρήθηκαν ως το πρότυπο. Οι λαθρομετανάστες θα αποτελούσαν τους νέους πελάτες των τραπεζών όταν δεν θα μπορούσαν να αφαιμαχθούν πλέον οι Έλληνες.

Οι ελληνικές τράπεζες λόγω της ασυδοσίας που υπήρχε στην ελληνική αγορά και λόγω της επεκτάσεως στα Βαλκάνια δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα «τοξικά» αμερικανικά ομόλογα και έτσι παρέμειναν σχετικώς ανέπαφες από την κρίση.

Ο πανικός που επεκράτησε στο παγκόσμιο σύστημα επέτρεψε στις τράπεζες να κερδίσουν από την κυβέρνηση το γνωστό πακέτο των 28 δισ. ευρώ το οποίο βέβαια οι περισσότερες δεν το έχουν χρησιμοποιήσει ακόμα. Επίσης ορισμένοι επιχειρηματίες προσπάθησαν να επιτύχουν παγίους στόχους όπως ελαστικά ωράρια, επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ. Η κρίση βέβαια μέχρι σήμερα δεν ήλθε στην Ελλάδα ή οι επιπτώσεις δεν ήταν αυτές που προέβλεπαν τα απαισιόδοξα σενάρια. Με εξαίρεση τις εξαγωγικές βιομηχανίες που επλήγησαν από την συνολική μείωση της ζητήσεως οι επιπτώσεις από αυτή καθ' αυτή την κρίση είναι σχετικώς περιορισμένες. Μάλιστα το υψηλό εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε διότι οι εισαγωγές συρρικνώθηκαν με ταχύτερο ρυθμό από τις εξαγωγές.

Συμπεράσματα

Το «ελεύθερο» εμπόριο, η παγκοσμιοποίηση των αγορών, η κατάργηση των συνόρων και των εθνικών κρατών δεν είναι η μαγική λύση που θα φέρει την ευημερία και την επίλυση όλων των προβλημάτων. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα η παγκοσμιοποίηση μετέτρεψε ένα ελαχίστων διατάσεων πρόβλημα της αμερικανικής οικονομίας σε ένα μείζον της παγκόσμιας. Η κρίση δεν είναι μόνο κρίση της οικονομίας ή του καπιταλισμού, αλλά είναι και κρίση αυτής καθ' αυτής της παγκοσμιοποιήσεως.

Όποιος θεσμός, ρύθμιση ή γνώμη περί οικονομίας έρχεται από τις ΗΠΑ δεν σημαίνει ότι είναι και ορθός. Πρέπει να υπάρχει πρωτότυπη σκέψη και ανάλυση των ελληνικών αναγκών και όχι αντιγραφή «επιτυχημένων και δοκιμασμένων» λύσεων από το εξωτερικό. Η μέχρι πρότινος αδιαμφισβήτητη, για τους εγχωρίους νεοφιλελευθέρους, επενδυτική Τράπεζα Lehman Brothers (μέτοχος της FED που εκδίδει το δολάριο) ήδη χρεοκόπησε. Δεν πρέπει να υπάρχει τυφλή εμπιστοσύνη στα προτεινόμενα και από τις υπόλοιπες ξένες επενδυτικές τράπεζες.

Η κρίση δεν θα έχει επιπτώσεις στην Ελλάδα αντίστοιχες με άλλες χώρες κυρίως λόγω της ελαχίστης εκθέσεως των ελληνικών τραπεζών στα τοξικά ομόλογα. Σε ορισμένους μάλιστα επιμέρους δείκτες, λόγω της μειώσεως των τιμών διεθνώς εξαιτίας της κρίσεως, θα υπάρξει και βελτίωση.

Η επίκληση από πλευράς κυβερνήσεως ότι η σημερινή κακή οικονομική κατάσταση της χώρας οφείλεται σε λόγους ασχέτους από τις δικές της αποφάσεις είναι μια φθηνή δικαιολογία. Οι όποιες ελάχιστες επιπτώσεις της κρίσεως επικάθονται στα σοβαρότατα προβλήματα της οικονομίας και χειροτερεύουν την ήδη πολύ κακή κατάσταση. Τα αίτια που δημιούργησαν την κρίση στην Αμερικανική Οικονομία έχουν παρ' όλα αυτά αρκετή συνάφεια με αυτά που δημιουργούν τα μόνιμα προβλήματα στην Ελληνική.

Τα προβλήματα όπως το δημόσιο χρέος, η καταστροφή της παραγωγικής υποδομής, η διάλυση του αγροτικού τομέα και η χαμηλότατη παραγωγικότητα του δημοσίου τομέα είναι αυτά που δημιουργούν την προβληματική κατάσταση στην οικονομία. Κάθε χρονιά διακυβερνήσεως της ΝΔ με τον κ. Αλογοσκούφη, καθηγητή του London School of Economics, στο πηδάλιο της οικονομίας χρέωσε τις επόμενες γενιές με 20 δισ. ευρώ. Συνολικά με 100 δισ. ευρώ προ της κρίσεως και το δημόσιο χρέος από 180 ανήλθε στα 280 δισ. ευρώ.

Έχει διαψευσθεί η με θρησκευτικούς όρους πίστη στην «σοφία» και αυτορρύθμιση των αγορών. Ο εθνικισμός (οικονομικός ή μη) δεν είναι το πρόβλημα, αλλά η λύση. Χώρες, πυλώνες του καπιταλισμού, όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία προσπαθούν να στηρίξουν τις δικές τους επιχειρήσεις για να αποφύγουν την κοινωνική έκρηξη.

Στην Ελλάδα με την ιδεολογική, και όχι μόνο, κυριαρχία της Αριστεράς και μόνο η αναφορά της λέξεως δημιουργεί αντιδράσεις. Δεν αρκεί βέβαια η λήψη μέτρων οικονομικού εθνικισμού μέσα στο υπάρχον σύστημα, είναι όμως η μοναδική ελπίδα για να αντιστραφεί η κατάσταση. Πρέπει να επανανακαλύψουμε τις έννοιες της εθνικής αυτάρκειας, του εθνικού οικονομικού συμφέροντος και της εθνικής οικονομίας. Χρειάζεται μια συνολική εθνικιστική οικονομική πρόταση που θα κάνει την οικονομία αυτό που πρέπει πράγματι να είναι, δηλαδή θεραπαινίδα των υλικών αναγκών του έθνους και του λαού. Δυστυχώς σήμερα η οικονομία (ή για να ακριβολογούμε οι τσέπες ορισμένων ισχυρών) έχει γίνει ο αυτοσκοπός χάριν του οποίου θυσιάζονται τα εθνικά και λαϊκά συμφέροντα.

Τα δύο τέκνα του υλισμού βρίσκονται σε αδιέξοδο. Ο καπιταλισμός βλέπει τα δόγματά του να αμφισβητούνται και ο αδελφός του κομμουνισμός δεν μπορεί να ξεπεράσει την ιστορική του αποτυχία. Η κατάθεση μιας γενικής εθνικιστικής εναλλακτικής οικονομικής προτάσεως είναι απαίτηση των καιρών.


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 18 (Ιούλιος 2009) του διμηνιαίου περιοδικού Patria.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου